Δια πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν
«Ακόμη και μόνο 200.000 άτομα να έρχονται στη Νέα Φιλαδέλφεια λόγω του γηπέδου κάθε χρόνο, θα μου αναλογούν κι εμένα 1-2 χιλιάδες πελάτες. Σήμερα δεν τους έχω και γι’ αυτό θέλω να γίνει το γήπεδο». Αυτό μας είπε ένας περιπτερούχος της περιοχής που ανυπομονεί, όπως πολλοί συμπολίτες μας, να κατασκευαστεί το νέο γήπεδο της ΑΕΚ στην περιοχή μας. «Πρέπει να είμαστε αισιόδοξοι», συνέχισε. «Αλλιώς πάμε χαμένοι».
Τους τελευταίους μήνες, ο δημόσιος διάλογος στην Νέα Φιλαδέλφεια μονοπωλείται από το ζήτημα της κατασκευής του νέου γηπέδου από την Δικέφαλος ΑΕ, το οποίο εμφανίζεται ως φάρμακο δια «πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν», όπως θα το έθετε κι ο ευαγγελιστής Ματθαίος. Εκτός από τη διαφαινόμενη λύση στο προφανές χρονίζον γηπεδικό πρόβλημα του σημερινού ποδοσφαιρικού τμήματος της ερασιτεχνικής ΑΕΚ και της μελλοντικής νέας ΠΑΕ ΑΕΚ (όταν με το καλό ολοκληρωθεί η εκκαθάριση της παλιάς ΠΑΕ και προβιβαστεί η ομάδα στην Football League), η συζήτηση για το γήπεδο περιέχει και μια σειρά από δοξασίες που δύσκολα αποδεικνύονται: ότι η κατασκευή θα επιλύσει το ζήτημα της ανεργίας στην περιοχή, ότι θα τονώσει την εμπορική κίνηση των καταστημάτων, ότι θα βελτιώσει τις συνθήκες στο αγαπημένο μας Άλσος, ότι θα ενισχύσει την ιστορική μας μνήμη και άλλες. Πολλοί από τους παράγοντες της τοπικής πολιτικής σκηνής επενδύουν στην άνευ όρων υποστήριξη του κατασκευαστικού σχεδίου της εταιρίας Dimand AE, προκειμένου να αποκομίσουν εκλογικά οφέλη στις επερχόμενες δημοτικές εκλογές. Για ορισμένους, η έναρξη των εργασιών στο εδώ και δέκα χρόνια άδειο κι εγκαταλειμμένο οικόπεδο που παραχωρήθηκε στην ΑΕΚ πριν 80 χρόνια για να καλύψει τις ανάγκες άθλησης των παιδιών των προσφύγων, αποτελεί εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για την ίδια την πολιτική τους ύπαρξη μετά τον Μάιο.
Όσο, όμως, οι περί το γήπεδο φωνασκίες (που προέρχονται κατά βάση από τους υποστηρικτές του σχεδίου της Dimand ΑΕ) εντείνονται, τόσο καλύπτεται το πραγματικό τοπίο της κρίσης που βαθαίνει και πολλοί συμπολίτες μας επαφίενται, όπως έχουν συνηθίσει, σε προφήτες κάθε είδους, στους οποίους είναι έτοιμοι να αναθέσουν την σωτηρία τους. Μπορούμε ακόμα να τους συγχωρήσουμε: οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι.
Πρωτοδημοσιεύτηκε ως editorial στο Χαμπέρι, φύλλο 4, Δεκέμβρης 2013